Αριθ.Πρωτ.: 91
Αθήνα, 06/03/2013
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Θέμα: Συμμετοχή της ΟΣΕΤΕΕ στη Δημόσια διαβούλευση ΕΕΚΕ Ανάπτυξης ΣΥΡΙΖΑ –ΕΚΜ για τα Δημόσια έργα ως αναγκαίο μοχλό της ανάπτυξης
και της παραγωγικής δομής της χώρας
Στην εναρκτήρια συνάντηση της δημόσιας διαβούλευσης για το θεσμικό πλαίσιο στα δημόσια έργα που διοργάνωσε η Επιτροπή Κοινοβουλευτικού Ελέγχου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων του ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ στη Βουλή, συμμετείχε η Ομοσπονδία μας, εκπροσωπώντας τους εργαζόμενους στον τεχνικό κλάδο, κατόπιν πρόσκλησης του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Η αντιπροσωπεία της ΟΣΕΤΕΕ απαρτίζονταν από μέλη του Προεδρείου της και συγκεκριμένα τους: Ανδρέα Στοϊμενίδη, Πρόεδρο, Στέργιο Σκουτέλα, Γεν. Γραμματέα & Σταύρο Ραπτόπουλο, Αν. Γεν. Γραμματέα. Στην συνάντηση συμμετείχαν με τους επικεφαλείς τους, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, οι εργοδοτικές οργανώσεις του κλάδου, Τεχνικές Α.Ε του Δημοσίου και στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης.
Στην ομιλία του ο Πρόεδρος της ΟΣΕΤΕΕ συν. Ανδρέας Στοϊμενίδης ανέφερε ότι:
΄΄ Με την εφαρμογή των τριών μνημονίων ο τεχνικός κλάδος πλήττεται από ισχυρή μείωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, διακοπή εκτέλεσης των μεγάλων έργων, απουσία επενδύσεων και έλλειμμα στην πολιτική διαχείρισης της κατάστασης. Οι εργαζόμενοι βιώνουν κυριολεκτικά έναν εργασιακό μεσαίωνα. Η προσπάθεια κατάργησης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η υψηλότατη ανεργία στον κλάδο, οι κατά συρροή ομαδικές απολύσεις, η ανασφάλιστη εργασία, οι εξουθενωτικές μισθολογικές μειώσεις έχουν φέρει τους τεχνικούς υπαλλήλους στα όρια της αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Η βαθιά κρίση που βιώνουμε, ανέδειξε ανάγλυφα τον ανορθολογισμό και την έλλειψη δημοκρατικού στρατηγικού σχεδιασμού του «αναπτυξιακού» μοντέλου της χώρας Το ΄΄μοντέλο΄΄ αυτό στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στα μεγάλα έργα υποδομών και στην στεγαστική πίστη. Η κατασκευή τους δε, ακολούθησε την λογική της απορρόφησης για την απορρόφηση (ας κάνουμε τα έργα και μετά βλέπουμε…) και για κάποια χρόνια δημιούργησε μια μαγική, παραπλανητική εικόνα «ταχείας ανάπτυξης». Λόγω του μεγάλου πολλαπλασιαστή των μεγάλων, σύνθετων έργων υποδομής (από 3,5 έως και 7), έδινε υψηλό ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ. Με την άμπωτη όμως των κοινοτικών κονδυλίων και του ΠΔΕ, και πριν ακόμη το ξέσπασμα της κρίσης, φάνηκε η αναπτυξιακή γύμνια. Δεν θα αναφερθούμε στο παροξυσμικό παράδειγμα των ολυμπιακών έργων και της μετέπειτα πλήρους απαξίωσης τους. Ένα άλλο παράδειγμα αποδίδει γλαφυρά την αποσπασματικότητα σχεδιασμού και εκτέλεσης των δημοσίων έργων αυτή την περίοδο: η κατασκευή της Εγνατίας Οδού προβλήθηκε, και θα μπορούσε να είναι έτσι, ως δρόμος ανάπτυξης μέσα σε μία αντιφατική εικόνα: ενόσω ο δρόμος ανάπτυξης προχωρούσε και ολοκληρωνόταν, όλος ο βορειοελλαδικός χώρος που τον διατρέχει έσπαγε όλα τα ρεκόρ αποεπένδυσης, αποβιομηχάνισης και ανεργίας. Ο δρόμος ολοκληρώθηκε σε μια οικονομική έρημο. Και τώρα σπεύδουμε να τον ξεπουλήσουμε! Ο δρόμος ανάπτυξης αντί να γεννήσει «δουλειές», θεωρείται ο ίδιος ως «δουλειά», ως μία μηχανή είσπραξης διοδίων.
Απαιτείται λοιπόν, και μάλιστα επειγόντως, η κατάρτιση ενός στρατηγικού προγράμματος παραγωγικής ανασυγκρότησης, στα πλαίσια του οποίου το κατασκευαστικό σύμπλεγμα θα υπηρετεί μάλλον τα υπόλοιπα συμπλέγματα, παρά θα ακολουθεί μια αυτόνομη λογική. Αυτό το πρόγραμμα απαιτεί ευρεία κοινωνική διαβούλευση ανά κλάδο, ανά περιφέρεια, με πλήρη εκμετάλλευση των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων. Και το πρώτο από αυτά είναι το ανθρώπινο δυναμικό μας: επιστημονικό και τεχνικό. Στο γραφείο και το εργοτάξιο. Στις Υπηρεσίες και τους εργολήπτες. Δεν μπορούμε να προσδοκούμε ανάκαμψη στον χώρο των Δημοσίων έργων με προσωπικό υποαμειβόμενο, ανασφάλιστο, επισφαλές, χωρίς Συλλογικές Συμβάσεις χωρίς τελικά αξιοπρέπεια. Ειδικά στον χώρο των επιβλεπουσών υπηρεσιών, που είναι και οι πιο ευάλωτες σε ποικιλώνυμες πιέσεις (πολιτικές και άλλες), η διαφαινόμενη αντικατάσταση της απειλής του «ψυγείου» με την απειλή της «κινητικότητας»/απόλυσης, ήδη δίνει τα πρώτα διαλυτικά της αποτελέσματα. Το Δημόσιο θα πρέπει να αναδιαταχθεί με στόχο την διαφάνεια και την αξιοκρατία, και την λογοδοσία αντί της διάχυσης ευθυνών. Σε αυτή την βάση όλα τα άλλα (ποιότητα έργων, σε ελεγχόμενο κόστος και χρόνο) θα έρθουν μόνα τους, η τεχνογνωσία και τα εργαλεία υπάρχουν. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση για τα δύο πρώτα.
Θεωρούμε χρήσιμο προς αυτή την κατεύθυνση, να γίνει το Δημόσιο κοινωνός της νοοτροπίας και της οργάνωσης που μπόρεσαν να πετύχουν οι περισσότερες από τις Τεχνικές ΑΕ υπό δημοσίου συμφέροντος. Η τεχνογνωσία και η διαχειριστική τους επάρκεια πρέπει να κεφαλαιοποιηθεί και να αξιοποιηθεί ακόμη περισσότερο.
Τέλος, σε σχέση με το επίκαιρο και φλέγον θέμα των Συμβάσεων Παραχώρησης. Ανεξάρτητα από την πολιτική θέση αρχών που έχει ο καθένας σχετικά με αυτόν τον τύπο Συμβάσεων, ένα είναι σίγουρο: η βασική αρχή που διέπει διεθνώς αυτές τις Συμβάσεις, δηλ. ο επιμερισμός του ρίσκου, στην Ελλάδα μοιάζει να καταστρατηγείται, και μάλιστα κυρίως από τις Τράπεζες που υποτίθεται ότι θα εξασφάλιζαν την απρόσκοπτη χρηματοδότηση των Έργων. Διότι μόλις βρέθηκαν μπροστά στην υποχρέωση να αναλάβουν τα δύο ρίσκα που ρητά τους αναλογούν, βάσει των Συμβατικών τους υποχρεώσεων, δηλ. το ρίσκο του κυκλοφοριακού φόρτου και του περιθωρίου του επιτοκίου δανεισμού, τα πάγωσαν και ζητούν να βγουν οι μόνες μη-ζημιωμένες από την κρίση. Κάθε συμφωνία επανεκκίνησης, θα πρέπει κατά την γνώμη μας να έχει αυτό το προαπαιτούμενο: την τήρηση από τις Δανείστριες Τράπεζες των υποχρεώσεών τους. Οτιδήποτε άλλο θα είναι σκανδαλώδες΄΄.
Ο διάλογος θα συνεχιστεί σε επίπεδο θεματικών ενοτήτων. Η ΟΣΕΤΕΕ θα συνεχίσει να ασκεί το θεσμικό ρόλο που της αναλογεί εκπροσωπώντας υπεύθυνα τους εργαζόμενους στον τεχνικό κλάδο.
Για την Ο.Σ.Ε.Τ.Ε.Ε. |